Όταν ο Μιχάλης Χατζηγιάννης τραγουδούσε, τα μάτια μας βούρκωναν. Όχι από στεναχώρια, αλλά από τη συγκίνηση που γεννούσε μια φωνή μελαγχολική και βαθιά, γεμάτη πάθος και ειλικρίνεια. Ήταν εκείνος που συνόδευσε τους εφηβικούς έρωτες, τα μοναχικά βράδια, τις μεγάλες αγάπες και τους αποχωρισμούς. Η φωνή του έσταζε συναίσθημα, τα τραγούδια του είχαν ψυχή και οι στίχοι του έβρισκαν απευθείας στόχο.
Κι όμως, εν έτει 2025, αυτός ο καλλιτέχνης που κάποτε αποτελούσε έμπνευση, σημείο αναφοράς και πρότυπο ήθους έγινε «θέμα» στο TikTok. Όχι για ένα νέο τραγούδι, όχι για μια σημαντική του δράση, αλλά… γιατί πάχυνε. Ναι, αυτό. Πάχυνε. Και όπως φαίνεται, αυτή η απίστευτη προδοσία του προς τα “αισθητικά” μας πρότυπα ήταν αρκετή για να πυροδοτήσει καταιγισμό χλευαστικών σχολίων.
«Πάχυνε κι έχασε τη φωνή του… Ούτε κατάρα να του ρίξανε», έγραψε κάποιος.
«Κάποτε ήθελα να μοιάσω στον Χατζηγιάννη…τελικά έμοιασε αυτός σε εμένα», είπε άλλος με περηφάνεια ειρωνείας.
Και φυσικά, δεν έλειψαν τα βαθιά πολιτισμένα σχόλια του τύπου «Έχασε τη Ζετούλα, καταστράφηκε» ή «Δεν ακούγεται πια…να κάνει όπως η Αλεξίου».
Λες και η ανθρώπινη φωνή είναι μηχανή, χωρίς φθορά. Λες και η εμφάνιση πρέπει να παραμένει εγκλωβισμένη στο photoshop των αναμνήσεών μας. Λες και το δικαίωμα στην εξέλιξη, στις δυσκολίες, ακόμα και στην παύση, είναι προνόμιο μόνο για εμάς, και όχι για αυτούς που τόλμησαν να εκτεθούν μπροστά μας.
Αλήθεια, ποιοι είμαστε εμείς που σηκώνουμε το δάχτυλο και κρίνουμε έναν άνθρωπο που κουβάλησε για πάνω από δύο δεκαετίες τον ελληνικό ρομαντισμό στους ώμους του;
Γιατί αυτός ο άνθρωπος, ο Μιχάλης Χατζηγιάννης, είναι πολλά περισσότερα από ένα σώμα που άλλαξε. Γεννήθηκε το 1978 στη Λευκωσία, σπούδασε μουσική, ξεκίνησε την πορεία του στην Κύπρο και κατάφερε να γίνει ένας από τους πιο επιτυχημένους Έλληνες τραγουδοποιούς. Εκπροσώπησε τη χώρα του στη Eurovision, κατέκτησε πλατινένιους δίσκους, γέμισε στάδια, πήρε βραβεία, έγραψε διαχρονικά κομμάτια.
Στάθηκε δίπλα σε φιλανθρωπικές δράσεις, έγινε «Καλλιτέχνης Ελπίδας», βοήθησε παιδιά με καρκίνο. Κι όλα αυτά τα ξεχνάμε γιατί τι;–γιατί δεν είναι πια όπως τον θυμόμασταν;
Αν υπάρχει κάτι που πραγματικά καταστρέφεται, δεν είναι ο ίδιος ο καλλιτέχνης. Είναι η κοινωνική μας ευαισθησία. Είναι ο σεβασμός που οφείλουμε να δείχνουμε σε ανθρώπους που μας χάρισαν κάτι πολύτιμο: αληθινό συναίσθημα.
Και αυτό, δεν το παχαίνει ο χρόνος. Το αδυνατίζει μόνο η αγνωμοσύνη.
Γιατί η τέχνη δεν έχει νούμερο στη ζυγαριά, δεν κουρδίζεται στα likes, ούτε μετριέται σε views και followers. Η τέχνη είναι μνήμη. Είναι οι στιγμές που κάποτε τραγουδήσαμε με κλειστά μάτια, χορέψαμε σφιχτά, κλάψαμε σιωπηλά. Και σε τόσες από αυτές τις στιγμές, ήταν εκεί ο Χατζηγιάννης. Ήταν η φωνή στο ραδιόφωνο του αυτοκινήτου, ο στίχος στο σημείωμα, η μελωδία της επιστροφής ή του αντίο.
Και τώρα τι; Επειδή πάτησε τα 40, τα 45, επειδή δεν είναι το “παιδί-θαύμα” αλλά ένας ενήλικος άντρας με το δικαίωμα να αλλάζει, να κουβαλάει και τα βάρη του και τη φθορά του, πρέπει να τον διαγράψουμε;
Ας κοιταχτούμε καλύτερα στον καθρέφτη. Όχι αυτόν που δείχνει τα κιλά, αλλά εκείνον που αντανακλά τον χαρακτήρα μας.
Γιατί είναι εύκολο να χειροκροτείς όταν κάποιος είναι στο απόγειο, στα φώτα, αψεγάδιαστος. Το δύσκολο, το πραγματικά ανθρώπινο, είναι να στέκεσαι δίπλα του όταν η λάμψη ξεθωριάζει και μένει η ουσία. Και ο Μιχάλης έχει ουσία. Πλούσια. Πολύτιμη. Καλογραμμένη σε νότες.
Αν η κοινωνία μας φτάσει στο σημείο να μετρά έναν καλλιτέχνη μόνο με βάση την εξωτερική του εμφάνιση και τις φωνητικές του χορδές σε ένα live TikTok, τότε το πρόβλημα δεν είναι ο Χατζηγιάννης. Το πρόβλημα είμαστε εμείς.
Εμείς, που ξεχάσαμε να νιώθουμε. Εμείς, που νομίσαμε πως το δικαίωμα στην αποδόμηση του άλλου είναι ψυχαγωγία.
Αλλά ξέρετε τι δεν ξεχνιέται;
Το πρώτο «Σε ποιον να πω το σ’ αγαπώ».
Το πρώτο «Δεν φεύγω».
Το πρώτο «Χωρίς αναπνοή».
Όλα όσα μας έδωσε, δεν σβήνονται με πικρόχολα σχόλια και χτυπήματα στο πληκτρολόγιο. Γιατί, στο τέλος της ημέρας, η φωνή που αγγίζει δεν έχει να αποδείξει τίποτα. Έχει ήδη χαραχτεί.
0 Comments