Είμαι γυναίκα. Όχι «η καλή» ούτε «η βολική», ούτε «η δυνατή που αντέχει τα πάντα». Είμαι όλα και κανένα από αυτά. Είμαι εγώ. Και κουράστηκα να απολογούμαι. Είμαι μαμά. Με αγκαλιές που δεν τελειώνουν ποτέ, με μάτια που βλέπουν πίσω από τις λέξεις, με αντοχές που δεν μετρούνται. Είμαι ψυχολόγος. Των άλλων, πάντα. Εκεί όταν ξεσπούν, όταν χαλάνε, όταν δεν έχουν πού να πάνε. Τους κρατώ στα κομμάτια τους, κι ας είμαι εγώ θρύψαλα. Είμαι γιατρός. «Ακούω» σώματα και ψυχές. Διαβάζω βλέμματα, πιάνω παλμούς, καταλαβαίνω πότε κάποιος πονάει, ακόμα κι αν δεν το λέει. Είμαι καθαρίστρια. Όχι μόνο σπιτιών, αλλά ψυχών, συναισθημάτων, ατμόσφαιρας. Καθαρίζω τη βρωμιά που αφήνουν πίσω άλλοι. Είμαι δημόσιες σχέσεις. Κρατώ τις ισορροπίες. Φροντίζω να μην τσακωθούν, να πάνε όλα «καλά». Να μη δυσαρεστηθεί κανείς. Εγώ, πάντα τελευταία. Είμαι συγγραφέας. Γράφω τα όνειρά μου σε χαρτιά που δεν τόλμησα να δείξω. Γράφω ιστορίες με φωνή δανεική. Τώρα ήρθε η ώρα να τις πω με τη δική μου φωνή.
Και ναι, ήμουν και μα@@@κας.
Για όλα όσα κράτησα μέσα μου, για όλα όσα κατάπια, για όλα όσα δεν είπα για να μην χαλάσω το κλίμα. Γιατί φοβόμουν. Γιατί με έμαθαν να είμαι «καλή».
Αλλά φτάνει.
- Δεν ανέχομαι άλλο.
- Δεν ανέχομαι να είμαι τα πάντα για όλους και τίποτα για μένα.
- Δεν ανέχομαι να με φθείρουν, να με χρησιμοποιούν, να με ξεζουμίζουν και μετά να κάνουν πως δεν υπήρξα.
- Δεν ανέχομαι να ζητάω άδεια για να ζήσω. Να χαρώ. Να ανασάνω.
- Δεν ανέχομαι να μετρούν την αξία μου με τα νεύρα τους.
- Δεν ανέχομαι άλλο να είμαι «η δυνατή», μέχρι να σωριαστώ.
- Δεν ανέχομαι το «σιώπα», «θα παρεξηγηθείς», «θα σε ζηλέψουν».
Ας με ζηλέψουν.
Ας με παρεξηγήσουν.
Ας με χάσουν.
Δεν ανέχομαι να ζω μέσα σε ενοχές.
Ενοχές γιατί τόλμησα να ονειρευτώ.
Γιατί κουράστηκα.
Γιατί ήθελα κάτι δικό μου.
Τώρα ξέρω:
- Δεν ήταν οι λέξεις μου λάθος. Ήταν οι μόνες που μπορούσα τότε.
- Δεν φταίω που ήμουν κουρασμένη, πληγωμένη, υπεραμυνόμενη.
- Δεν φταίω που σιώπησα. Ήταν επιβίωση.
Τώρα όμως δεν σιωπώ.
Τώρα ουρλιάζω. Όχι για να με ακούσουν οι άλλοι. Αλλά για να θυμηθώ εγώ ότι υπάρχω.
Και τώρα λέω:
- Δεν είμαι πια διαθέσιμη για το ρόλο του σάκου του μποξ.
- Δεν θα είμαι άλλο η «καλή», η «βολική», η «πρόθυμη» επειδή έτσι σας βολεύει.
- Δεν θα με κόβουν στα μέτρα τους.
- Δεν θα ζητάω άδεια για να ονειρεύομαι, να ταξιδεύω, να αγαπώ τον εαυτό μου.
Και το ταξίδι; Εκείνο το ταξίδι που ονειρευόμουν από μικρή; Δεν είναι πολυτέλεια. Είναι επιβράβευση. Είναι θεραπεία. Είναι υπόσχεση στον εαυτό μου. Κι θέλω να το κάνω μόνη, καλύτερα μόνη, παρά σβηστή, κουρασμένη και εξαφανισμένη ανάμεσα σε άλλους.
Θα πάω. Γιατί με κουβάλησα χρόνια.
Και τώρα ήρθε η στιγμή να με κρατήσω από το χέρι και να ζήσω.
Αυτό είναι το «άντε γεια» μου. Το λέω και το εννοώ. Το λέω χωρίς μίσος, χωρίς πίκρα, αλλά με απόφαση.
ΕΣΥ, πόσες «εκπτώσεις» έκανες για να χωρέσεις;Σε πόσες στιγμές σώπασες ενώ ήθελες να ουρλιάξεις; Πόσες φορές ξεπούλησες τον εαυτό σου για μια επίφαση ηρεμίας; Πόσες «δεν πειράζει» είπες, ενώ μέσα σου πονούσε; Πόσες συγγνώμες έδωσες, ενώ σου τις όφειλαν; Πόσες φορές μείωσες τον εαυτό σου για να «μεγαλώσουν οι άλλοι». Για να τους νιώθεις άνετους; Για να μην τους ενοχλήσεις με τη δύναμή σου, με την αλήθεια σου, με την παρουσία σου;
«Άντε γεια» σε όσους δεν με σέβονται.
«Άντε γεια» στους ρόλους που με έπνιξαν.
«Άντε γεια» στη σιωπή που με έκρυψε.
Και καλωσόρισες, εαυτέ μου, έστω και τώρα που φτάνεις στον μισό αιώνα ζωής…
Της Νικολέτας Χρήστου
0 Comments