Θυμάσαι; Τις μέρες που η Μεγάλη Εβδομάδα δεν είχε ειδοποιήσεις, παρά μόνο καμπάνες που χτυπούσαν το απόγευμα, κι εμείς τρέχαμε να προλάβουμε την Ακολουθία, όχι το live stream. Τότε που μαζευόμασταν όλοι, μικροί και μεγάλοι, ντυμένοι καλά, με μάγουλα ροζ απ’ τη νηστεία και καρδιές γεμάτες προσμονή.
Στολισμένα σοκάκια, πασχαλινά κουλούρια με άρωμα βανίλιας και γιασεμί από την αυλή. Ένα κερί στα χέρια, ένα βλέμμα στον ουρανό, κι εκείνη η σιωπή…η σιωπή που δε σε φόβιζε, σε ησύχαζε.
Και τώρα;
Τώρα η Μεγάλη Εβδομάδα φτάνει μέσα από μια οθόνη. Μικρά stories, μεγάλα κενά. Κεριά σε selfie, μηνύματα με emoji, “Χριστός Ανέστη” σε copy-paste. Η εικόνα του Επιταφίου είναι 4K, αλλά η εικόνα μας θαμπή. Κρατάμε κινητά αντί για κεριά, ψάχνουμε σήματα αντί για σιωπή. Το «Αληθώς Ανέστη» χωράει σε ένα sticker, και η προσευχή σε μια notification.
Δεν λέω, βολικό…αλλά πού είναι εκείνη η ζεστασιά; Πού είναι η φωνή της γιαγιάς που έλεγε “μη μιλάς στην εκκλησία”; Πού είναι το ράγισμα της φωνής του ψάλτη, το τρίξιμο από τα ξύλινα στασίδια, το μισόκλειστο μάτι που σε έπιανε η νύστα στο Ευαγγέλιο των Δώδεκα Ευαγγελίων;
Τότε, η παράδοση ήταν ανθρώπινη, ζωντανή. Δεν την φωτογραφίζαμε, την κουβαλούσαμε. Στο στόμα, στην καρδιά, στα χέρια που ζύμωναν, που φιλούσαν, που σταύρωναν.
Μαζευόμασταν στην Εκκλησία όχι για να δούμε, αλλά για να νιώσουμε. Ήμασταν όλοι εκεί: Συγγενείς, φίλοι, γείτονες, ακόμα κι εκείνοι που δεν μιλούσαν ποτέ μεταξύ τους, έστω για μια στιγμή ήταν μαζί.
Ακόμα κι εκείνοι με τους οποίους είχαμε ψυχραθεί, που είχαμε παρεξηγηθεί για μια κουβέντα, για μια παλιά πληγή. Στεκόμασταν δίπλα-δίπλα με έναν διστακτικό κόμπο στον λαιμό, αλλά κοιτάζαμε το ίδιο φως, ακούγαμε την ίδια προσευχή. Εκείνη η ώρα είχε μια περίεργη δύναμη.
Ό,τι μας χώριζε έξω, μέσα στην Εκκλησία έμοιαζε να λιώνει, να χάνεται μέσα στους ύμνους και στα λιβάνια.
Ο γείτονας που δεν μας καλημέριζε, έγερνε λίγο το κεφάλι όταν έφτανε η ώρα του Επιτάφιου.
Ήταν μια σπάνια συμφιλίωση, όχι με λέξεις, μα με παρουσία. Ήμασταν εκεί. Όλοι. Όχι για να φανούμε. Όχι για να τραβήξουμε βίντεο. Αλλά για να ανήκουμε. Για να αισθανθούμε πως, μέσα στη λύπη και την ελπίδα της Μεγάλης Εβδομάδας, δεν είμαστε μόνοι. Ήταν η μόνη στιγμή του χρόνου που το «εμείς» είχε μεγαλύτερη αξία από το «εγώ».
Σήμερα είμαστε παντού και πουθενά. Μακάρι να ξαναγυρίσουμε. Όχι για να απορρίψουμε το τώρα, αλλά για να θυμηθούμε το πριν. Γιατί εκεί, στο παλιό, υπήρχε μια αλήθεια που δεν είχε φίλτρα. Μόνο φως. Αληθινό.
Το Πάσχα ζει ακόμα, απλά εμείς πρέπει να ξυπνήσουμε.
0 Comments