Σε έναν κόσμο γεμάτο ανατροπές, η ζωή συχνά μας φέρνει μπροστά σε απροσδόκητες καταστάσεις που μοιάζουν με σενάριο κωμωδίας αλλά κρύβουν μέσα τους και μια δόση τραγικότητας. Αυτή είναι η ιστορία ενός Έλληνα που, αν και δεν γνώρισε ποτέ την νονά του πατέρα του, βρέθηκε να περιπλανιέται στα σοκάκια και τα νεκροταφεία της Χαλκίδας σε μια απεγνωσμένη αναζήτηση. Ανάμεσα στη βροχή και στις συγκινητικές αναμνήσεις μιας απώλειας, η περιπέτειά του αποτυπώνει πώς η ζωή μπορεί να μας οδηγήσει σε ανατροπές που ούτε καν φανταστικά σενάρια δεν θα τολμούσαν να περιγράψουν. Ακολουθήστε τον σε αυτό το απίθανο ταξίδι γεμάτο συναισθηματικές προκλήσεις και απρόσμενες συναντήσεις, καθώς ανακαλύπτει πώς η οικογένεια και η παράδοση συνδέουν τις ζωές μας με τρόπους που μπορεί να είναι δύσκολο να κατανοήσουμε.
Αυτό που ακολουθεί είναι μια ιστορία που μου αφηγήθηκε ένας Έλληνας, ο οποίος έζησε μια απίστευτη, σχεδόν κωμικοτραγική εμπειρία. Η ιστορία του ξεκινά με την απώλεια της νονάς του πατέρα του και τον θρόισμα του κόσμου γύρω του, με την ατυχία να τον βάλει σε μια σειρά αστείων και αναπάντεχων καταστάσεων. Σας καλώ να διαβάσετε την ιστορία του, γιατί είναι γεμάτη συναισθήματα, ανατροπές και μια πολύ ανθρώπινη στιγμή που δείχνει πώς η ζωή, με τις εκπλήξεις της, μας βάζει σε μονοπάτια που ποτέ δεν περιμέναμε.
Αφήγηση:
«Εύχομαι να μην ζήσει κανείς αυτό που πέρασα σήμερα, μια κατάσταση που θα μπορούσε να είναι κωμική αν δεν ήταν και τραγική ταυτόχρονα. Πριν από δύο μέρες, η νονά του πατέρα μου, που ήταν 100 ετών, ταξίδεψε για τον άλλο κόσμο. Η γυναίκα αυτή έζησε στην Χαλκίδα, και ο πατέρας μου, βρισκόταν στην Κεφαλονιά, με ενημέρωσε για την απώλεια. Μου είπε ότι θα γινόταν κηδεία και πως θα έπρεπε να πάω για να δώσουμε το «παρών». Δεν την ήξερα ποτέ την νονά του. Δεν την είχα συναντήσει ποτέ στη ζωή μου, ούτε καν ήξερα το όνομά της ή τα ονόματα των παιδιών της. Παρόλα αυτά, για τον πατέρα μου ήθελα να πάω, αφού με παρακάλεσε να την τιμήσουμε. Ξεκίνησα λοιπόν από την Αθήνα, με σκοπό να φτάσω στη Χαλκίδα για την κηδεία.
Όταν φτάνω, αντί για τον ήλιο και την όμορφη μέρα που περίμενα, η βροχή ήταν καταρρακτώδης. Παίρνω τον πατέρα μου τηλέφωνο για να ρωτήσω αν τελικά θα γίνει η κηδεία, και μου λέει ότι πρέπει να πάω απευθείας στο νεκροταφείο, αφού τελείωσε η ακολουθία εξοδίου και πως η κηδεία θα γινόταν σε πολύ κλειστό κύκλο.
Δεν ήξερα όμως ότι υπήρχαν πολλά νεκροταφεία στην περιοχή. Νόμιζα πως μόνο ένα ήταν. Ρώτησα έναν περαστικό, μου έδωσε οδηγίες και βρέθηκα σε ένα νεκροταφείο όπου υπήρχαν περίπου δέκα με δεκαπέντε άτομα. Ο πατέρας μου είχε πει ότι η κηδεία θα ήταν κλειστή, οπότε δεν ήταν περίεργο που δεν ήταν πολλοί άνθρωποι εκεί.
Πλησιάζω και βλέπω τους ανθρώπους να κλαίνε. Ήταν όλοι συγκινημένοι και θρηνούσαν. Η διαδικασία είχε ολοκληρωθεί, το φέρετρο είχε κλείσει και το χώμα είχε πέσει ήδη πάνω του. Εγώ, απογοητευμένος, σκέφτηκα πόσο κρίμα ήταν και είπα από μέσα μου: «Κρίμα, κρίμα».
Αλλά εκείνη την ώρα με ρωτάει κάποιος: «Εσύ από πού είσαι; Από την Κεφαλονιά; Είσαι ο γιος του Παναγή;». Απαντώ καταφατικά και ο άνθρωπος με ρωτάει αν μας ήξεραν στην περιοχή. Εγώ απαντώ ότι ο πατέρας μου με έστειλε εδώ για να τιμήσουμε την νονά.
Ξαφνικά, ακούω μια φωνή να λέει: «Ήσουν λεβέντης σαν κυπαρίσσι», και αναρωτιέμαι αν αυτή η φωνή ανήκει για την νονά του πατέρα μου. Στη συνέχεια, συνεχίζει να λέει : «Ήσουν λεβέντης, περπατούσες και τρίζανε τα βήματά σου».
Εκείνη τη στιγμή, καταλαβαίνω ότι κάτι δεν πάει καλά. Αρχίζω να κάνω πίσω με αργά βήματα, αλλά ξαφνικά ακούω έναν παππού να με παίρνει στην αγκαλιά του και να μου λέει: «Hταν θηρίο». Ήταν θηρίο, επαναλάμβανε, και καταλαβαίνω ότι δεν ήμουνα εκεί που έπρεπε.
Μετά, αρχίζω να φεύγω και να αναζητώ το σωστό νεκροταφείο. Παίρνω ξανά τον πατέρα μου τηλέφωνο και του λέω ότι πήγα σε ένα άλλο νεκροταφείο, αλλά ούτε εκεί βρήκα κάποιον. Ούτε εκεί ήταν η νονά. Οπότε, συνέχισα την αναζήτησή μου, με τη μηχανή μέσα στη βροχή να την αναζητώ νεκροταφεία.
Σε άλλο νεκροταφείο, βλέπω έναν μικρότερο αριθμό ανθρώπων και καταλαβαίνω ότι εκεί είναι νονά του. Με βλέπουν και με αναγνωρίζουν ως «τον γιο του Παναγή». Και τότε, όλα φαίνονται να ανατρέπονται, ακούω την πολυπόθητη φράση: «Η νονά είναι εδώ».
Αυτό το σκηνικό γεμάτο από σύγχυση και αστείες καταστάσεις, ήταν αρκετά τραγικό συνάμα. Οι αναμνήσεις της νονάς είχαν μπλέξει με τις δικές του προσδοκίες, δημιουργώντας μια κατάσταση που εξελίχθηκε σε μια απίστευτη περιπέτεια. Όταν τελικά βρίσκεσαι στο σωστό νεκροταφείο, συνειδητοποιείς ότι αυτό το ταξίδι, παρά τις ατραπούς και τις παγίδες του, δεν ήταν απλώς μια ιστορία θλίψης, αλλά και μια αναζήτηση ταυτότητας και οικογένειας.
Ηθικό δίδαγμα:
ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ: Νικολέτα Χρήστου
Φωτό:Αρχείου
0 Comments